Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΕΡΩΦΙΛΗ

"ΕΡΩΦΙΛΗ"-ΧΟΡΤΑΤΣΗΣ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%81%CF%89%CF%86%CE%AF%CE%BB%CE%B7


ΝΟΗΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ

Η ομορφιά (κάλλος και ψυχική αρετή)

Η ερωτική αφοσίωση των δύο αγαπημένων που επισφραγίζεται με όρκο.


ΒΟΗΘΗΤΙΚΕΣ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1.Στην Ερωφίλη συνδυάζεται το ερωτικό με το δραματικό συναίσθημα .Ποιά στοιχεία του δράματος επιβεβαιώνουν αυτή την άποψη;
2.Ποιες λέξεις του δράματος αποτελούν τον ερωτικό κώδικα της εποχής;
3.Ποιες δυνάμεις επικαλείται η Ερωφίλη ως εγγυητές της πιστότητας των λόγων της; Τι δηλώνουν αυτές οι επικλήσεις από την πλευρά της ηρωίδας;
4.Ποια είναι τα δύο διαφορετικά συναισθήματα που βιώνει ο Πανάρετος στη δεύτερη ενότητα(στιχ. 151- 158);
5.Ποια η σημασία του όρκου της Ερωφίλης στην τρίτη ενότητα(στιχ.159- 168) ;
 

ΔΟΜΗ

Το απόσπασμα στηρίζεται στους εξής αντιθετικούς άξονες: έρωτας – θάνατος, ευτυχία- δυστυχία, χαρά- θλίψη, αμφιβολία- βεβαιότητα.
Οι ενότητες είναι πέντε , όσες δηλαδή και οι φορές που η Ερωφίλη και ο Πανάρετος παίρνουν το λόγο στο απόσπασμα του δράματος .
 
ΓΛΩΣΣΑ
Είναι η δημοτική με χρήση της κρητικής διαλέκτου και χαρακτηριστικό δείγμα της τις καταλήξεις του γ΄ πληθυντικού προσώπου π.χ σβήνουσι, μπορούσι κ.α.Προσοχή στον 15σύλλαβο στίχο με τη ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία.
 
ΥΦΟΣ
Το ύφος είναι κυρίως δραματικό ,όπως είναι φυσικό λόγω του περιεχόμενου του δράματος. Παράλληλα είναι και θεατρικό κάτι που υποδηλώνουν οι διάλογοι, ο όρκος της Ερωφίλης αλλά και οι επικλήσεις της προς τη φύση . Τέλος, στα σημεία που εκφράζονται τα συναισθήματα των δύο νέων είναι μεικτό , δηλαδή λυρικό(συναισθήματα) και δραματικό (αγωνία για την τύχη του έρωτά τους)
 
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

  • · Αντιθέσεις
Μα γή όμορφη ΄μια γή άσκημη(149)

  • · Μεταφορές
..σβήνουσι τη πρικιά μου(152)

  • · Προσωποποιήσεις
Έρωτα…..(163) Τον ουρανό…..ν΄αρματωθούν (168)
ΙΔΕΕΣ
 
1.Η πίστη και αφοσίωση μεταξύ των δύο νέων .
2.Η δύναμη της αγάπης τους που δε λογαριάζει το θάνατο.
 
ΒΙΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Η επαφή μας με τα αγνά αισθήματα που βιώνουν οι δύο νέοι και η σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα των διαφυλικών σχέσεων.
Η βίωση της αγνής και της ανιδιοτελούς αγάπης.
Οι σχέσεις δοκιμάζονται καθώς διέρχονται από πολλές δυσκολίες.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΒΙΝΤΕΟ
 
 
 
 
Παράλληλα κείμενα






 
*Αποσπάσματα από τα Καταλόγια, τα ερωτικά ποιήματα των νησιών (Από το χειρόγραφο του Λονδίνου, Αλφάβητος της Αγάπης, στ. 60-72

http://www.snhell.gr/references/quotes/writer.asp?id=27
*Τα εκατόλογα, στ. 210-215, Ποιητική Ανθολογία Λίνου Πολίτη, τόμος Β΄. Αθήνα: Δωδώνη, 19, 22).
*Αποσπάσματα από το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα" του Σαίξπηρ, Πράξη Β΄, σκ. 2/μτφρ. Βασίλης Ρώτας. Αθήνα: Ίκαρος, 1970, 46-47.
*Αποσπάσματα από τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντσου Κορνάρου/επιμ. Γ.Π. Σαββίδης. Αθήνα: Ερμής, 2003, στ. 1465-1496.

 
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ
Βιτσέντζος Κορνάρος

Ενότητα Γ΄

EPΩTOKPITOΣ
Λέγει της ο Pωτόκριτος· "Ήκουσες τα μαντάτα,
που ο Kύρης σου μ' εξόρισε σ' τση ξενιτιάς τη στράτα;  


       Kαι πώς να σ' αποχωριστώ, και πώς να σου μακρύνω     

και πώς να ζήσω δίχως σου στο χωρισμόν εκείνο;
Eσίμωσε το τέλος μου, μάθεις το θες, Kερά μου,
στα ξένα πως μ' εθάψασι, κ' εκεί'ν' τα κόκκαλά μου.


      Kατέχω το κι ο Kύρης σου γλήγορα σε παντρεύγει,       

Pηγόπουλο, Aφεντόπουλο, σαν είσαι συ, γυρεύγει.
Kι ουδέ μπορείς ν' αντισταθείς, σα θέλουν οι Γονείς σου
νικούν την-ε τη γνώμη σου, κι αλλάσσει η όρεξή σου.

"Mιά χάρη, Aφέντρα, σου ζητώ, κ' εκείνη θέλω μόνο,
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω.       


Tην ώρα που αρραβωνιαστείς, να βαραναστενάξεις,
κι όντε σα νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις,
ν' αναδακρυώσεις και να πεις· "Pωτόκριτε καημένε,
τά σου'ταξα λησμόνησα, τό'θελες πλιό δεν έναι."


          Kι όντε σ' Aγάπη αλλού γαμπρού θες δώσεις την εξά σου,
και νοικοκύρης να γενεί στα κάλλη τσ' ομορφιάς σου,
όντε με σπλάχνος σε φιλεί και σε περιλαμπάνει,
θυμήσου ενός οπού για σε εβάλθη ν' αποθάνει.

Θυμήσου πως μ' επλήγωσες, κ' έχω Θανάτου πόνον,
κι ουδέ ν' απλώσω μου'δωκες σκιάς το δακτύλι μόνον. 


Kαι κάθε μήνα μιά φορά μέσα στην κάμερά σου,
λόγια σε τά'παθα για σε, να με πονεί η καρδιά σου.

Kαι πιάνε και τη σγουραφιάν, που'βρες στ' αρμάρι μέσα,
και τα τραγούδια, που'λεγα, κι οπού πολλά σου αρέσα',
        και διάβαζέ τα, θώρειε τα, κι αναθυμού κ' εμένα,        

που μ' εξορίσανε ο-για σε πολλά μακρά στα ξένα.
    

      Mα όπου κι αν πάγω, όπου βρεθώ, και τον καιρόν που ζήσω, 
  τάσσω σου άλλη να μη δω, μουδέ ν' αναντρανίσω.
Kάλλιά'χω εσέ με Θάνατον, παρ' άλλη με ζωή μου,
για σένα εγεννήθηκε στον Kόσμον το κορμί μου.

ΠOIHTHΣ
         Δεν ημπορεί πλιό η Aρετή ετούτα ν' απομένει,        

  κι αγκουσεμένη ευρίσκεται και ξεπεριορισμένη.
Kαι λέγει του να μη μιλεί, πλιότερα μη βαραίνει
μιά λαβωμένη τσ' Eρωτιάς, του Πόθου αρρωστημένη·


APETOYΣA
"Tα λόγια σου, Pωτόκριτε, φαρμάκι-ν εβαστούσαν,
κι ουδ' όλπιζα, ουδ' ανίμενα τ' αφτιά μου ό,τι σ' ακούσαν.

Ίντά'ναι τούτα τά μιλείς, κι ο νους σου πώς τα βάνει;
Πού τα'βρε αυτάνα η γλώσσα σου οπού μ' αναθιβάνει;
Kαι πώς μπορεί τούτη η καρδιά, που με χαρά μεγάλη
στη μέσην της εφύτεψε τα νόστιμά σου κάλλη,
και θρέφεσαι καθημερνό, στα σωθικά ριζώνεις,   


ποτίζει σε το αίμα τση, κι ανθείς και μεγαλώνεις,
κι ως σ' έβαλε, σ' εκλείδωσε, δε θέλει πλιό ν' ανοίξει,
και το κλειδί-ν ετσάκισεν, άλλης να μη σε δείξει.
Kαι πώς μπορεί άλλο δεντρόν, άλλοι βλαστοί κι άλλ' ά'θη,
μέσα τση πλιό να ριζωθούν, που το κλειδί-ν εχάθη;       



         Kι ο Kύρης μου, όντε βουληθεί, να θέ' να με παντρέψει,       

  και δω πως γάμο 'κτάσσεται και το γαμπρό γυρέψει

κάλλια θανάτους εκατό την ώρα θέλω πάρει,
άλλος παρά ο Pωτόκριτος γυναίκα να με πάρει.

        "Mα για να πάψει ο λογισμός αυτόνος που σε κρίνει,        

        κι ολπίδα μιά παντοτινή στους δυό μας ν' απομείνει,
την ώραν τούτη θέλεις δει, κι ας πάψει η έγνοια η τόση,
πράμα-ν οπού παρηγοριάν πολλή σου θέλει δώσει."

ΠOIHTHΣ
  'Kεί, οπού ποτέ το χέρι τση δεν του'δωκε ν' απλώσει,
την ώραν κείνη σπλαχνικά, ο-για να ξετελειώσει
το τάσσιμο του Γάμου τως, και να'χει πάντα ολπίδα,
αρχοντικά το επρόβαλε στη σιδερή θυρίδα.        


 APETOYΣA
"Aς πιάσει", λέγει, "ο Pώκριτος τη χέραν που πεθύμα,
    με την οποιά περ'λαμπαστοί να μπούμε σ' ένα μνήμα."

ΠOIHTHΣ
Bγάνει από το δακτύλι της όμορφο δακτυλίδι,
με δάκρυα κι αναστεναμούς του Pώκριτου το δίδει.

APETOYΣA
Λέγει του· "Nά, και βάλε το εις το δεξό σου χέρι,   


σημάδι πως, ώστε να ζω, είσαι δικό μου Tαίρι.
Kαι μην το βγάλεις από 'κεί, ώστε να ζεις και να'σαι,
φόρειε το, κι οπ' σου το'δωκε, κάμε να τση θυμάσαι.
Kι ο Kύρης μου αν το βουληθεί να πάρει τη ζωή μου,
και δε μ' αφήσει να χαρώ, σα θέλει η όρεξή μου,       


φύλαξε την Aγάπη μας, κι ας είσαι πάντα ως ήσου',
και με το δακτυλίδι μου πέρασε τη ζωή σου.
Tούτο για 'δά είναι ο Γάμος μας, και τούτο μας-ε σώνει,
κάθε καιρό ό,τι ετάξαμεν, τούτο το φανερώνει.
Kι α' δε θελήσει η Mοίρα μας να σμίξομεν ομάδι,        


η ψη σου ας έρθει να με βρει χαιράμενη στον Άδη
Πάντα σε θέλω καρτερεί, ζώντας, κι αποθαμένη,
γιατί μιά Aγάπη μπιστική στα κόκκαλα απομένει.
Mη το λογιάσεις και ποτέ, σ' ό,τι μου κάμει ο Kύρης,
      άλλος κιανείς, μόνον εσύ να μου'σαι νοικοκύρης."       
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------                                                  ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΑ


Ρωμαίος: Τι φως προβάλλει εκεί απ’ το παράθυρο;
Είν’ η ανατολή κι είναι η Ιουλιέτα ο ήλιος.
Πρόβαλε, ήλιε, σκότωσε τη φθονερή σελήνη
Ω, μίλα πάλι, ολόφωτε άγγελε…
Ιουλιέτα: Ρωμαίο, Ρωμαίο! Γιατί να ’ σαι Ρωμαίος;
Αρνήσου τον πατέρα σου, άσε το όνομα σου
Ή, αν δε θέλεις, μόνο αγάπη ορκίσου μου
Κι εγώ θα πάψω να ’μια Καπουλέτου.
Ιουλιέτα: Κάνω ευχή για κάτι που ’χω δα:
η απλοχεριά μου έχει της θάλασσας την άπλα,
κι η αγάπη μου το βάθος της,
όσο περισσότερη σου δίνω,
τόσο περισσότερη έχω, τι (γιατί) άπειρα είναι και τα δυο.
Ρωμαίος: Η αγάπη στην αγάπη τρέχει σαν παιδιά που σκόλασαν,
Και φεύγει καθώς παν στο σχολειό τους με βαριά καρδιά.
 
                                                                                                                                                                        
                                                 http://youtu.be/vWSw22jY5vU
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ

Ο Εμμανουήλ Ροΐδης ( 28 Ιουλίου 1836 – 7 Ιανουαρίου 1904 ) ήταν σημαντικός Έλληνας λογοτέχνης . Θεωρείται ένας από τους πιο πνευματώδεις συγγραφείς που παρουσιάστηκαν στα ελληνικά γράμματα, ενώ το έργο του συγκροτείται από πολλά διαφορετικά είδη, όπως μυθιστορήματα, διηγήματα, κριτικές μελέτες, κείμενα πολιτικού περιεχομένου, μεταφράσεις και χρονογραφήματα. Βιογραφία Ο Εμμανουήλ Ροΐδης γεννήθηκε στις 28 Ιουλίου 1836 στην Ερμούπολη της Σύρου από εύπορους και αριστοκρατικής καταγωγής (εκ Χίου ) γονείς, τον Δημήτριο Ροΐδη και Κορνηλία το γένος Ροδοκανάκη. Το 1841 η οικογένειά του μετακόμισε στην Ιταλία λόγω του διορισμού του πατέρα του σε μεγάλο εμπορικό οίκο της εποχής, με έδρα την Γένοβα , και αργότερα της υπηρεσίας του ως Γενικού Προξένου της Ελλάδας. Σε ηλικία δεκατριών ετών, και ενώ οι γονείς του είχαν εγκατασταθεί στο Ιάσιο , ο Ροΐδης επέστρεψε στην Ερμούπολη, όπου σπουδάζει εσωτερικός στο φημισμένο ελληνοαμερικανικό λύκειο Χ. Ευαγγελίδη . Συμμαθητής του ήταν ο λόγιος,

ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ : "Kι έχουμε πόλεμο!"

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Ο Κώστας Ταχτσής (Θεσσαλονίκη, 8 Οκτωβρίου 1927 – Αθήνα, 25 Αυγούστου; 1988) ήταν διακεκριμένος έλληνας λογοτέχνης της λεγόμενης μεταπολεμικής γενιάς. Ο πατέρας του Ταχτσή, Γρηγόριος, και η μητέρα του, Έλλη (το γένος Ζάχου), κατάγονταν από την Ανατολική Ρωμυλία. Σε ηλικία επτά ετών, μετά τον χωρισμό των γονέων του, αναγκάστηκε να πάει στην Αθήνα για να ζήσει με την γιαγιά του. Εγγράφηκε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις σπουδές του. Το 1947 κλήθηκε να υπηρετήσει στον Στρατό, από όπου τελικά απολύθηκε με τον βαθμό του εφέδρου ανθυπολοχαγού. Το 1951 προσλήφθηκε ως βοηθός του αμερικανού διευθυντή στα έργα για το φράγμα του Λούρου. Από τις αρχές του 1954 έως το τέλος του 1964 ταξίδεψε και έζησε σε διάφορες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, στην Αφρική, την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, κάνοντας διάφορα επαγγέλματα: από ναύτης έως βοηθός μάνατζερ στην κουζίνα εστιατορίου. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα,